Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2021

Νομοσχέδιο για την Παιδεία: Εκτεταμένη επίθεση αυταρχισμού από την κυβέρνηση

 

Εκτεταμένη επίθεση αυταρχισμού από την κυβέρνηση

Από την προεκλογική κιόλας περίοδο των εθνικών εκλογών του 2019, η Νέα Δημοκρατία έκανε ξεκάθαρη την βούλησή της για παρεμβάσεις στον χώρο της Παιδείας και ειδικότερα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, αναφορικά με την επίλυση των παθογενειών αυτής. Αν και αποτελεί κοινή παραδοχή πως η συνεχής μείωση των πόρων που δίδονται για την Ανώτερη Εκπαίδευση, καθώς και η υποστελέχωση κάθε ιδρυματικής εγκατάστασης και υπηρεσίας, βυθίζουν τα Πανεπιστήμια σε μια άνευ προηγουμένου κρίση, η σημερινή κυβέρνηση συνεισφέρει στον περαιτέρω μαρασμό των Ιδρυμάτων με την ακόμα μεγαλύτερη υποχρηματοδότηση και τις ρυθμιστικές διατάξεις που προωθεί. Ενώ κυβέρνηση και αντιπολίτευση προβάλλουν ρητορικές για την ικανοποίηση του πολιτικού τους ακροατηρίου, ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, με μοναδικό μας στόχο τo να ακουστούν οι φωνές όλων των προοδευτικών φοιτητών, δεν μπορούμε να μην σχολιάσουμε παραθέτοντας τις ενστάσεις μας, με υπευθυνότητα και με βαθιά κατανόηση των προβλημάτων της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, τις νομοθετικές ρυθμίσεις για την προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας και την αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος. Όπως άλλωστε κάνουμε σε κάθε νομοθετική παρέμβαση που αφορά τα Πανεπιστήμια.

Όρια φοίτησης και διαγραφές φοιτητών

Σε μια πρωτοφανή περίοδο κατά την οποία η κοινωνική δραστηριότητα έχει παγώσει και η καθημερινότητα των  ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευση, όπως την είχαμε γνωρίσει, δεν υφίσταται, η Νέα Δημοκρατία, έναν χρόνο μετά την πρώτη εμφάνισή του, επαναφέρει στο προσκήνιο το μέτρο για θέσπιση ορίου φοίτησης και διαγραφές φοιτητών. Σε συνέχεια των πρωτόγνωρων διατάξεων που παρουσιάστηκαν βεβιασμένα από την Ν. Κεραμέως αναφορικά με τα ιδιωτικά κολλέγια και την ιδιάζουσας σημασίας πριμοδότηση αυτών, το Υπουργείο Παιδείας έρχεται να πολεμήσει ακόμα περισσότερο τα δημόσια Πανεπιστήμια, ιδιαίτερα τώρα που οι φοιτητικοί σύλλογοι και η δράση τους έχει σιγήσει στο πλαίσιο της διασφάλισης της δημόσιας υγείας. Πιο συγκεκριμένα, η Κυβέρνηση προωθεί την θέσπιση του ορίου ν+ν/2 έτη φοίτησης, ρύθμιση που επιβάλλει την ολοκλήρωση των σπουδών έως 6 έτη για σχολές 4ετούς φοίτησης, ενώ ν+3 για σχολές 5ετούς και 6ετούς φοίτησης, όπως αυτές του ιδρύματος μας.

Προασπίζοντας το δικαίωμα στη Δημόσια και Δωρεάν παιδεία, τασσόμαστε κατά του μέτρου της διαγραφής οποιουδήποτε φοιτητή μετά το πέρας των αντίστοιχων ετών φοίτησης, όπως ορίζει το υπ. Παιδείας. Η διαφωνία μας αυτή εκπορεύεται και από το γεγονός πως η λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος δεν καθιστά τους φοιτητές αυτόνομους και αυτάρκεις ώστε να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις των σχολών τους εντός των προβλεπόμενων χρονικών πλαισίων. Δεδομένης της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης της χώρας,

·       θεωρούμε αναγκαίο το περιθώριο ευελιξίας σε  περιπτώσεις φοιτητών που αδυνατούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους εντός του θεσμοθετημένου ορίου, λαμβάνοντας, επιπλέον, υπόψη πως τόσο τα απαρχαιωμένα και απαιτητικά προγράμματα σπουδών, όσο και οι προβληματικές μέθοδοι διδασκαλίας, έχουν οδηγήσει σε μέσους όρους χρόνου αποφοίτησης που υπερβαίνει τα  αντίστοιχα χρονικά όρια.

Αφουγκραζόμενοι τις ανάγκες των φοιτητών διαχρονικά, στεκόμαστε απέναντι στις πολιτικές που στοχοποιούν την φοιτητική κοινότητα δίχως ίχνος ευελιξίας εν μέσω περιόδου οικονομικής, ανθρωπιστικής και υγειονομικής κρίσης. Αλλαγές σαν αυτή στην πραγματικότητα εξυπηρετούν το επικοινωνιακό αφήγημα της κυβέρνησης πως δήθεν «ανίκανοι φοιτητές που καπηλεύονται τις ελευθερίες που παρέχονται από το κράτος παρεμποδίζουν την εξέλιξη των ιδρυμάτων».  Ενόσω αναγνωρίζουμε την ανάγκη για ανταγωνιστικότητα των ιδρυμάτων και όσο το δυνατόν υψηλότερη κατάταξη αυτών στους παγκόσμιους χάρτες,

·       η καθιέρωση μιας τέτοιας διάταξης στο βωμό των rankings πλήττει την πανεπιστημιακή κοινότητα, μη συνδράμοντας ουσιωδώς στο επιστημονικό έργο των Ιδρυμάτων. Εξάλλου, η πραγματικότητα την οποία βιώνουμε διαχρονικά εντός των σχολών μας αποδεικνύει κατ’ επανάληψη ότι παρά την ύπαρξη αξιόλογων φοιτητών και προσωπικού, η ανέλιξη των Ιδρυμάτων παρακωλύεται από την προφανή υποχρηματοδότηση, την υποστελέχωση των Ιδρυμάτων και ένα φτωχό και στενά γραφειοκρατικό νομικό πλαίσιο.

Θεωρούμε υψίστης σημασίας την επαναφορά του κύρους και της ορθής λειτουργίας των Ελληνικών Πανεπιστημίων, καθώς οι λανθασμένοι πολιτικοί και οικονομικοί χειρισμοί έχουν οδηγήσει τα ιδρύματα, και ειδικά το Πολυτεχνείο, σε τέλμα. Καλούμε την Νέα Δημοκρατία να παραμερίσει την πολιτική εντυπώσεων που διαχρονικά ακολουθεί σχετικά με την Παιδεία, αγνοώντας την φοιτητική κοινότητα, και να αναγνωρίσει τα πραγματικά προβλήματα των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.  Στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφέρουμε πως αντιλαμβανόμενοι το πραγματικό νόημα της έννοιας της δωρεάν παιδείας, η οποία στηρίζεται στο κοινωνικό κράτος πρόνοιας και στο ανταποδοτικό φορολογικό σύστημα, καλύπτοντας τις βασικές ανάγκες ενός φοιτητή, όπως το πάσο, η σίτιση, η στέγαση, θεωρούμε δίκαια την παύση των φοιτητικών παροχών και μόνο μετά τη συμπλήρωση της προβλεπόμενης διάρκειας φοίτησης, όπως ορθώς συμβαίνει έως σήμερα. Η διατήρηση του δικαιώματος των φοιτητών που υπερβαίνουν το χρονικό όριο να αποκτήσουν τον τίτλο σπουδών τους δεν επιβαρύνει σε καμία περίπτωση τον προϋπολογισμό του Ιδρύματος, διασφαλίζοντας τον σεβασμό και την αποφυγή κατάχρησης δικαιωμάτων και παροχών του κράτους.

Παράλληλα, κινούμενοι στα πλαίσια του αλληλοσεβασμού και της αξιοκρατικής απολαβής των παροχών του κράτους πρόνοιας, θεωρούμε αναγκαία την ελάχιστη ένδειξη ενδιαφέροντας από τους φοιτητές προς απολαβή των τίτλων σπουδών, με στοιχειώδη παρουσία στα ακαδημαϊκά δρώμενα της σχολής, μέσω της εγγραφής τους στα εξάμηνα και της συμμετοχής τους στις εξεταστικές διαδικασίες. Στο σημείο αυτό, επισημαίνουμε την δυνατότητα που έχουν όλοι φοιτητές, ανεξαρτήτως έτους, να διακόψουν τις σπουδές τους, εφόσον τη προκειμένη χρονική περίοδο δεν είναι σε θέση να τις συνεχίσουν.

·       Δίνουμε ιδιαίτερη έμφαση στη διεύρυνση της ευελιξίας του θεσμού της «αναστολής σπουδών», έτσι ώστε οι φοιτητές οι οποίοι αντιμετωπίζουν προβλήματα για την συνέχιση των σπουδών τους, να μπορούν να κάνουν χρήση αυτού του θεσμού, για όποιο και όσο χρονικό διάστημα επιθυμούν. Η επιλογή αυτή ενδείκνυται για το σύνολο των φοιτητών σε περιπτώσεις είτε βραχυπρόθεσμης είτε μακροπρόθεσμης απουσίας. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται στους φοιτητές που κωλύονται αλλά επιθυμούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους η δυνατότητα απόκτησης του πτυχίου τους, χωρίς τον κίνδυνο διαγραφής, ενώ παράλληλα επιτυγχάνεται η ομαλότερη λειτουργία των Ιδρυμάτων.

Η κίνηση της Κυβέρνησης να προβεί στην θέσπιση ορίου φοίτησης και κατ’ επέκταση σε διαγραφές φοιτητών, δίχως ίχνος ευελιξίας, μας βρίσκει απέναντι, ιδιαίτερα σε περίοδο που τόσο η εκπαιδευτική διαδικασία όσο και η ευρύτερη ανθρώπινη υπόσταση δοκιμάζονται από την αποτυχία αντιμετώπισης της πανδημίας του κορωνοϊού.


Εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση

Σε μία ακόμα κίνηση εντυπώσεων και όχι ουσίας, η κυβέρνηση επαναφέρει την βάση των 10.000 μορίων ως απαραίτητη για να μπορέσει κάποιος μαθητής να εισαχθεί σε οποιaδήποτε σχολή. Μία τέτοια ρύθμιση δεν έχει καμία λογική υπόσταση, αλλά ωθεί τους μαθητές είτε στην παραπαιδεία, είτε στην ιδιωτική εκπαίδευση, αφού ο όρος "δημόσια και δωρεάν" διαρκώς ξεθωριάζει.

Αρχικά, πρέπει να τονίσουμε ότι οι βάσεις της κάθε σχολής κάθε χρόνο έρχονται ως αποτέλεσμα της ζήτησης που έχει αυτή η σχολή από τους ίδιους τους μαθητές. Το ενδιαφέρον επί του αντικειμένου και η γεωγραφική θέση της σχολής, σε συνδυασμό με την επαγγελματική αποκατάσταση του εκάστοτε γνωστικού αντικειμένου που προσφέρει το Ίδρυμα, είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες οι οποίοι θα καθορίσουν την ζήτηση των σχολών αυτών και συνεπώς και το ύψος των βάσεων τους. Θέτοντας ένα τέτοιο πλαφόν για την ευκαιρία εισαγωγής σε κάποια σχολή, όχι μόνο οδηγούνται μαθητές εκτός Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, αλλά τους στρέφει προς την Ιδιωτική, ενώ σε κάθε περίπτωση ενισχύεται η παραπαιδεία για την προετοιμασία των μαθητών για τις Πανελλήνιες εξετάσεις.

Επιπρόσθετα, οι μαθητές που θα γράψουν κάτω από 10.000 μόρια και θα μείνουν εκτός Πανεπιστημίων, θα αφήσουν κενές θέσεις σε Ιδρύματα με τα γνωστικά αντικείμενα που δεν είναι ήδη τόσο διαδεδομένα ή φαινομενικά ασθενή έναντι άλλων. Έτσι, θα υπάρξει υπερκορεσμός σε γνωστά επαγγέλματα όπως γιατροί, μηχανικοί, δικηγόροι και άλλα, και ελλείψεις στα υπόλοιπα επαγγέλματα. Αυτό θα δημιουργήσει ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα στην αγορά εργασίας της Ελλάδας, αυξάνοντας επιπλέον τις ανισότητες.

Μία ακόμα πραγματικότητα για ορισμένες σχολές που δέχτηκαν τον πρώτο εισακτέο φοιτητή με κάτω από 10.000 μόρια και προφανώς η βάση τους είναι μικρότερη του αριθμού αυτού, η προωθούμενη νομοθετική ρύθμιση δημιουργεί και υπαρξιακά ζητήματα. Πιο συγκεκριμένα, δεν θα έχουν καθόλου εισακτέους από την επόμενη χρονιά ή θα λειτουργούν με πληρότητα γύρω στο 1/4 των θέσεων τους. Αυτά τα τμήματα και αυτά τα Ιδρύματα θα έχουν σοβαρά ζητήματα επιβίωσης, καθώς θα οδηγηθούν αναπόδραστα σε κλείσιμο. Μία τέτοια εξέλιξη δεν θα πρέπει να βασίζεται σε κανόνες μίας «αγοράς» που διαμορφώνουν οι κανόνες της εισαγωγής στα Πανεπιστήμια. Αντίθετα, θα πρέπει να βασίζεται στο θεσμό της αξιολόγησης και στον στρατηγικό σχεδιασμό της Πολιτείας για στήριξη ενός φάσματος επαγγελματικών αντικειμένων, ώστε μετέπειτα να διοχετευθούν οι απόφοιτοι τους στην αγορά, προς όφελος της κοινωνίας. Τέτοιες νομοθετικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης δημιουργούν τόσο κρίσιμα ερωτήματα για το μέλλον των Πανεπιστημίων στη χώρα μας τα επόμενα χρόνια όσο και για τη διαμόρφωση του χάρτη της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.

 

 Ασφάλεια ιδρυμάτων και πανεπιστημιακή αστυνομία

 

Μια εκ των πολλών αναγκών των ιδρυμάτων σήμερα είναι η ενίσχυση της φύλαξη τους και η αντιμετώπιση των – μεμονωμένων μεν, υπαρκτών δε – περιστατικών ανομίας και βίας. Παραδείγματα τέτοιων περιστατικών με θύματα τόσο τους φοιτητές όσο και τις ίδιες τις σχολές είναι γνωστά σε όλους μας. Η υπ. Παιδείας προτείνει ένα νομοσχέδιο με το οποίο δημιουργεί χίλιες νέες θέσεις στην ΕΛ.ΑΣ. δημιουργώντας την Ο.Π.Π.Ι., μια νέα ομάδα αστυνομικών που θα λειτουργούν κατασταλτικά εντός των ιδρυμάτων, λογοδοτώντας στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.

·       Παίρνοντας τον έλεγχο της ασφάλειας από τα ίδια τα ιδρύματα η κυβέρνηση θίγει ευθέως το αυτοδιοίκητο των Ιδρυμάτων, δημιουργώντας σοβαρούς προβληματισμούς για τις εξωγενείς σκοπιμότητες που ενδέχεται να επηρεάσουν τα ιδρύματα και την καθημερινότητα τους.

 

·        Η αντίφαση της συνεχούς υποχρηματοδότησης με το γεγονός ότι θα ξοδευτούν 30 εκατ. ευρώ για τη δημιουργία της Ο.Π.Π.Ι. προσθέτει επιπλέον προβληματισμούς για τους χειρισμούς της κυβέρνησης. Πιο συγκεκριμένα, η τεράστια έλλειψη χρηματοδότησης στα ιδρύματα έχει αποδυναμώσει την ήδη μειωμένη φύλαξη των ιδρυμάτων, η οποία το 2013, με εντολή του ίδιου του τότε υπουργού Κ. Μητσοτάκη, αποδυναμώθηκε αισθητά, καθώς απέλυε μεγάλο τμήμα του προσωπικού φύλαξης από όλες τις σχολές.

Έτσι, με τις δυσκολίες που επέβαλε στα εκπαιδευτικά ιδρύματα ο πλέον πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, οδήγησε σε μια εκτόνωση των εγκληματικών δράσεων εντός των σχολών, και δημιούργησε ένα αφήγημα-προπαγάνδα, ότι οι «αιώνιοι» και «απείθαρχοι» φοιτητές ευθύνονται για την σημερινή κατάσταση των σχολών. Η ίδρυση της αστυνομίας δε θα έρθει να δώσει τη λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σχολές, αλλά θα λειτουργήσει σαν κόκκινο πανί επηρεάζοντας τις ισορροπίες των σχολών μας. Ειδικά, τα περιστατικά αστυνομικής αυθαιρεσίας και αλόγιστης βίας από τους αστυνόμους οδηγούν τον κάθε σκεπτόμενο φοιτητή να αναρωτηθεί αν ο ρόλος τους θα είναι όντως η ενίσχυση της ακαδημαϊκής ελευθερίας ή αν εν τέλει το νέο σώμα ασφαλείας έρχεται να λειτουργήσει αυταρχικά και να επιδείξει την εξουσία του εις βάρος της ακαδημαϊκής κοινότητας.

Ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ έχουμε αναφερθεί πολλές φορές στο θέμα της ασφάλειας των ιδρυμάτων, προτείνοντας αποδοτικές λύσεις που αρμόζουν σε έναν σύγχρονο εκπαιδευτικό χώρο. Προϋπόθεση σε όσα προτείνουμε προφανώς είναι η άμεση αύξηση της χρηματοδότησης των ιδρυμάτων. Εφιστούμε την προσοχή στην ουσιαστική ενίσχυση των ήδη υπαρχόντων μέτρων ασφαλείας και επιδιώκουμε τους ζωντανούς ακαδημαϊκούς χώρους καθ’ όλη την διάρκεια της ημέρας, που καλείται να έχει ένα φιλικό πανεπιστήμιο.

·       Συγκεκριμένα, επισημαίνουμε την ανάγκη παράτασης ωραρίου των δραστηριοτήτων που παρέχονται από το Ίδρυμα, όπως είναι οι αθλητικές εγκαταστάσεις και η Βιβλιοθήκη, την αύξηση του φωτισμού προς μετατροπή σε περισσότερο φιλόξενους χώρους,  και την σημασία παραχώρησης και υποστήριξης της λειτουργίας και της συντήρησης των χώρων σε πολιτιστικές, ερευνητικές και επιστημονικές ομάδες που δραστηριοποιούνται εντός του Ιδρύματος.

·        Πάνω από όλα όμως, η εξομάλυνση της πανεπιστημιακής καθημερινότητας επιτάσσει την ενίσχυση της φύλαξης και την λειτουργία αυτής υπό βέλτιστους όρους.

Ιδιαίτερα αξιοπερίεργο μας φαντάζει το γεγονός ότι εκτός από την Ο.Π.Π.Ι., το νέο νομοσχέδιο ιδρύει και τη Μονάδα Ασφάλειας και Προστασίας, η οποία θα απαρτίζεται από προσωπικό ασφάλειας με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, η οποία θα βαρύνει τον προϋπολογισμό του Ε.Λ.Κ.Ε. των ιδρυμάτων, με αρμοδιότητες αμφιβόλου περιεχομένου, καθώς όλη η εκτελεστική εξουσία, σύμφωνα με το νέο πειθαρχικό δίκαιο αποδίδεται στην Ο.Π.Π.Ι.. Η διάταξη αυτή εγείρει ερωτηματικά σχετικά με την χρησιμότητα της ύπαρξης, όχι μόνο μίας, αλλά δύο πολυέξοδων διαφορετικών ομάδων προστασίας των ιδρυμάτων.

Επίσης, αναφορικά με το νέο πειθαρχικό δίκαιο που θεσπίζεται, φέρουμε μια σειρά από διαφωνίες. Προφανώς, εάν ένας φοιτητής επιδείξει παραβατική συμπεριφορά πρέπει να βρεθεί προ των ευθυνών του, αλλά το νομοσχέδιο αυτό λειτουργεί σε διαφορετική βάση. Ότι οι φοιτητές λειτουργούν de facto παραβατικά, και στήνει το νέο πειθαρχικό δίκαιο στη λογική ενός στρατοδικείου. Δίνει σε καθηγητές ανακριτικά και δικαστικά καθήκοντα και επιβάλει την εκλογή φοιτητών με ρόλους που θυμίζουν σκοτεινές σελίδες της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Με το συγκεντρωτικό χαρακτήρα του νέου πειθαρχικού δικαίου, αγνοούνται οι δημοκρατικότερες διαδικασίες των ιδρυμάτων, δηλαδή οι γενικές συνελεύσεις φοιτητών, σχολών, καθηγητών, αλλά και η ίδια η Σύγκλητος, καθώς για τις ποινές των φοιτητών θα αποφασίζουν τέσσερα άτομα. Όλα αυτά έρχονται να δημιουργήσουν ένα καθεστώς φόβου, τιμωρίας και ανελευθερίας έκφρασης, κάτι το οποίο δεν αρμόζει σε ένα δημοκρατικό Πανεπιστήμιο το οποίο νουθετεί και προάγει αρχές και την κοινωνική εξέλιξη.

 

 

Ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, με γνώμονα την προάσπιση της εύρυθμης ακαδημαϊκής λειτουργίας και των φοιτητικών συμφερόντων, στεκόμαστε απέναντι στις ρυθμίσεις που επιβάλλει το υπ. Παιδείας, σε συνεργασία με το υπ. Προστασίας του Πολίτη, μία πρωτοφανή, αλλά συνάμα προβληματική συνέργεια για εκπαιδευτικό νομοσχέδιο. Καλούμε την κυβέρνηση να αποσύρει τα νομοσχέδια που θίγουν ανεπανόρθωτα το πανεπιστημιακό αυτοδιοίκητο και ακρωτηριάζουν την φοιτητική κοινότητα. Αντίθετα, χρειάζεται να επιδείξει τον απαραίτητο σεβασμό τόσο απέναντι στο εν δυνάμει επιστημονικό δυναμικό της χώρας, όσο και στο σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας, που πρόκειται να περιέλθει σε ένα ντόμινο εντάσεων και συνεχούς αναβρασμού.

    

   ΠΑΣΠ ΕΜΠ

 

Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2020

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΠΑΣΠ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΟΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΠΤΥΧΙΩΝ ΚΟΛΛΕΓΙΩΝ ΜΕ ΑΥΤΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ








ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ Π.Α.Σ.Π.








Θέμα : Ψήφιση άρθρου 50.

Την Πέμπτη, 23/1/2020, πέρασε από τη Βουλή, με τις ψήφους τις κυβερνητικής πλειοψηφίας, το σχέδιο νόμου «Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘ.Α.Α.Ε.), Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, Ερευνητικών και Τεχνολογικών Φορέων και άλλες διατάξεις». Σύμφωνα με το άρθρο 50,  τα πτυχία που χορηγούνται από Κολλέγια γίνονται δεκτά από το ΑΣΕΠ για τον διορισμό των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στα δημόσια σχολεία.


Η απόφαση αυτή της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το πνεύμα αριστείας και αξιοκρατίας που ευαγγελίζεται η σημερινή Κυβέρνηση, καθώς με αυτή τη διάταξη υπονομεύεται επί της ουσίας το άρθρο 16 του Συντάγματος και οδηγούμαστε στην κατάργηση του δημόσιου χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, στην εμπορευματοποίηση της παιδείας και στην υποβάθμιση των γνωστικών και επιστημονικών προσόντων με την αναγνώριση τίτλων σπουδών, αμφιβόλου ποιότητας.


Η ΝΔ έγινε κυβέρνηση το καλοκαίρι του 2019 με βασικό πρόταγμα την επιστροφή στην κανονικότητα και στην ανάπτυξη. Εξ’ όσων φαίνεται ιδιαίτερα στο χώρο της εκπαίδευσης κάθε άλλο παρά κανονικότητα έχουμε. Αστυνομική βία και αυθαιρεσία σε εκπαιδευτικά ιδρύματα, περαιτέρω υποχρηματοδότηση των πανεπιστημίων, κλείσιμο σχολών και ιδρυμάτων, προβλήματα στις μετεγγραφές φοιτητών, προσπάθεια σύνδεσης της αξιολόγησης με την χρηματοδότηση δημιουργώντας έτσι πανεπιστήμια δύο ταχυτήτων,  επικείμενες διαγραφές φοιτητών, και φυσικά η αναγνώριση και ισοτίμηση των πτυχίων των κολλεγίων με αυτά των δημόσιων πανεπιστημίων που σε συνδυασμό με την επαναφορά, εκ του πονηρού, της βάσης του δέκα (10), ώστε να οδηγούνται νέοι στην ιδιωτική εκπαίδευση, υποβαθμίζουν ακόμα περαιτέρω τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια.


Η κυβέρνηση της ΝΔ πραγματοποιώντας τις άκρως νεοφιλελεύθερες και αντιδραστικές της φαντασιώσεις, αντιμετωπίζει το ευαίσθητο και πολύτιμο αγαθό της Παιδείας, νομοθετώντας με βάση τους κανόνες της αγοράς και προς όφελος των κερδοσκόπων. 


Τι ίσχυε μέχρι σήμερα: Τα πτυχία που χορηγούνται από εκπαιδευτικά ιδρύματα της αλλοδαπής γίνονται δεκτά αποκλειστικά, εφόσον έχουν αναγνώριση ακαδημαϊκής ισοτιμίας και αντιστοιχίας από τον Διεπιστημονικό Οργανισμό Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π.), σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις.


Τι ισχύει με την νέα διάταξη: Τα πτυχία που χορηγούνται από ΑΕΙ της αλλοδαπής γίνονται δεκτά από το ΑΣΕΠ για τον διορισμό των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στα δημόσια σχολεία εφόσον έχουν αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων. Βάσει του ΠΔ 38/2010 ή απόφαση αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλου σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με συναφή τίτλο σπουδών για κλάδο εκπαιδευτικού.


Αξίζει να σημειωθεί πως και το 2014 επί υπουργείας Αρβανιτόπουλου είχε επιχειρηθεί η ένταξη των πτυχίων των κολλεγίων στο Πλαίσιο Προσόντων. Ο Υπουργός βρήκε όμως απένταντι του πέρα από τη συντριπτική πλειοψηφία της φοιτητικής και εκπαιδευτικής κοινότητας και την Ε.Ε., καθώς η Κομισιόν μπλόκαρε τις διαδικασίες αντιστοίχισης ,ύστερα από σοβαρές καταγγελίες για πολυάριθμες περιπτώσεις παράνομων τίτλων σπουδών κολλεγίων. Επίσης αξίζει να αναφερθεί, για όσους προσπαθούν να προτάξουν σαν βασικό επιχείρημα ότι η χώρα μας παρανομεί πάνω σε αυτό το πλαίσιο καθώς υπάρχει η Κοινοτική Οδηγία 2005/36 για την αναγνώριση τίτλων σπουδών από πανεπιστήμια άλλης χώρας-μέλους της Ε.Ε., πως η Ε.Ε. το 2016 είχε αποδεχτεί την αντιστοίχιση του Εθνικού (NQF) με το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων (EQF) χωρίς να περιλαμβάνονται τα πτυχία των Κολλεγίων στα 8 επίπεδα του ελληνικού πλαισίου προσόντων. Είναι λοιπόν ξεκάθαρο πως πίσω από την ψήφιση του άρθρου 50 δεν υπάρχει καμία Ευρωπαϊκή επιβολή αλλά η συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των επιχειρηματιών – ιδιοκτητών κολλεγίων θέτοντας σε κίνδυνο το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα και μετατρέποντας το δικαίωμα στη γνώση για όλους σε προνόμιο για λίγους, καλλιεργώντας έτσι , σταδιακά ,την συνείδηση , πως η εκπαίδευση δεν είναι «καρπός» κόπων αλλά προϊόν που εξαγοράζεται μόνο από τους έχοντες! Άλλωστε η Υπουργός Παιδείας, κ. Κεραμέως , έχει δείξει ξεκάθαρα τις προθέσεις της που σκοπός της  είναι η πλήρης ιδιωτικοποίηση της παιδείας σε βάθος χρόνου. Κόπτεται και αγωνιά για τη διασφάλιση της ακαδημαϊκής αναγνώρισης και ισοτίμησης των κολλεγίων, ενώ παράλληλα σε πρόσφατη τηλεοπτική της συνέντευξη, δήλωσε πως δεν γνωρίζει καν το ακριβές ποσό κονδυλίων που δαπανώνται για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Όλα λοιπόν είναι θέμα συνειδητών επιλογών !


Μόνο λοιπόν μέσα από την ενίσχυση και τη αναβάθμιση των ελληνικών πανεπιστημίων, τον εκσυγχρονισμό των δομών και των προγραμμάτων σπουδών και την διασφάλιση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της τρίτοβάθμιας εκπαίδευσης θα ενισχυθεί το επιστημονικό, ερευνητικό και επαγγελματικό επίπεδο των νέων επιστημόνων. Παράλληλα χρειάζεται και ο ενεργός ρόλος και η ουσιαστική παρέμβαση των επαγγελματικών και επιστημονικών φορέων και επιμελητηρίων για την αναγνώριση επαγγελματικής επάρκειας (και όχι αναγνώρισης ακαδημαϊκών προσόντων) για τους απόφοιτους των Κολλεγίων, καθώς κανένας δεν μπορεί να θεωρείται πολίτης δεύτερης κατηγορίας, αρκεί να εφαρμόζεται ένα αξιοκρατικό και διαφανές πλαίσιο αξιολόγησης και ελέγχου.


Η ΠΑΣΠ πιστή στις αρχές και τις αξίες της και πάντα δρώντας με γνώμονα το συμφέρον του φοιτητή προτείνει και διεκδικεί:

1.       Άμεση απόσυρση του άρθρου 50 του νόμου.

2.       Καμία εφαρμογή στην πράξη του άρθρου 50 για διορισμούς στο δημόσιο εκπαιδευτικών , στη πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση , με τίτλο σπουδών από κολλέγιο ώστε να μη δημιουργηθεί δεδικασμένο και για άλλους επιστημονικούς κλάδους και επαγγέλματα.

3.       Άμεση ενίσχυση των δημόσιων πανεπιστημίων με αύξηση της χρηματοδότηση για έρευνα και ανάπτυξη, αντιμετώπιση βασικών ελλείψεων σε υλικοτεχνικές υποδομές και υπηρεσίες που αντιμετωπίζουν πολλά ιδρύματα και ενίσχυση της φοιτητικής μέριμνας.

4.       Διαβούλευση με τις Πρυτανικές αρχές και τις διοικήσεις των Πανεπιστημίων, με σκοπό να πάρουν ξεκάθαρη θέση και να αυξηθούν οι ομάδες πίεσης προς την κυβέρνηση για απόσυρση της συγκεκριμένης διάταξης.

Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2020

ΝΕΑ ΧΡΟΝΙΑ, ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΤΖΕΝΤΑ ΚΑΙ ΝΕΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ


Με την νέα χρονιά, το Υπουργείο Παιδείας και η Υπουργός Ν. Κεραμέως δεν διστάζουν να συνεχίσουν το μεταρρυθμιστικό τους έργο, προβάλλοντας όλα εκείνα τα σημεία που καθιστούν την πολιτική τους επικίνδυνη για το μέλλον της Δημόσιας Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, προσπαθώντας να σβήσουν από τις μνήμες της κοινωνίας όσα πραγματικά προσέφεραν διαχρονικά στο ελληνικό Πανεπιστήμιο. Την ευθεία επίθεση στο ιστορικής σημασία ακαδημαϊκό άσυλο διαδέχθηκε η δυνατότητα ισοτίμησης των τίτλων σπουδών από ιδιωτικά εγχώρια Κολλέγια με αυτά των Δημοσίων Πανεπιστημίων. Σήμερα, και με νέα νομοθετική πρωτοβουλία που κατατέθηκε στη Βουλή την περασμένη Παρασκευή 10/1, η αναγνώριση των πτυχίων ιδιωτικών Κολλεγίων επεκτείνεται καθώς προβλέπεται η αποδοχή των πτυχίων αυτών για τον διορισμό εκπαιδευτικών στο Δημόσιο, ενώ με το μανδύα της αξιολόγησης, παρά το θετικό του αποτύπωμα, ντύνεται μία πιθανή περεταίρω μείωση της κρατικής χρηματοδότησης προς τα ελληνικά ΑΕΙ.

Αξιολόγηση: ένα βήμα μπρος και ένα πίσω
Πιο συγκεκριμένα, το εν λόγω Σχέδιο Νόμου περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και τη σύσταση μιας Ανεξάρτητης Εθνικής Αρχής που κύρια αρμοδιότητά της θα είναι η αξιολόγηση των Ιδρυμάτων της χώρας, η οποία αξιολόγηση, ωστόσο, θα είναι συνδεδεμένη με την κρατική χρηματοδότηση που εισρέει σε αυτά. Η μέχρι στιγμής χρηματοδότηση των Ιδρυμάτων δεν θα είναι πλέον εξ ολοκλήρου εγγυημένη, αφού ένα ποσοστό της τάξεως του 20% αυτής θα εξαρτάται από τα αποτελέσματα που θα απορρέουν από την αξιολόγηση.

Ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, σε πρώτη φάση, κρίνουμε ως θετικό το γεγονός ότι μετά από πολλά χρόνια επανανοηματοδοτείται η έννοια της αξιολόγησης, μια έννοια που άλλωστε αποτελεί πάγια θέση μας προς την κατεύθυνση της ουσιαστικής βελτίωσης του ελληνικού Πανεπιστημίου. Ωστόσο, κρίνουμε απαραίτητο να δοθεί η πρέπουσα σημασία και προσοχή, ώστε να μην απαξιωθεί η αξιολόγηση, αλλά να παγιωθεί ως θεσμός που θα οδηγήσει στη βελτίωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Πέραν των επιμέρους ρυθμίσεων που εισάγονται, των πολυμορφικών κριτηρίων που τίθενται αλλά και της διάκρισης εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης με ισότιμη βαρύτητα, ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ θεωρούμε απαραίτητο, για την παγίωση της, την εισαγωγή ρύθμισης που θα επιβραβεύει τα θετικά αξιολογούμενα Ιδρύματα, πέραν της πάγιας και επαρκούς για τη λειτουργία τους κρατικής χρηματοδότησης. Το γεγονός αυτό θα ωθήσει τα Ιδρύματα στην αντιμετώπιση των παθογενειών τους, σύμφωνα με τις υποδείξεις της αξιολόγησης, και θα τα βοηθήσει να αναπτυχθούν.

Δυστυχώς, μέσω του εν λόγω νομοσχεδίου, εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι αυτή η αξιόλογη δεν πάει να λειτουργήσει υποστηρικτικά αλλά μάλλον εις βάρος των πανεπιστημίων, καθώς στα λιγότερο ισχυρά, στα οποία εμφανίζεται πλήθος παθογενειών, η κατά πολύ μειωμένη χρηματοδότηση των τελευταίων δέκα χρόνων της κρίσης θα μειωθεί ακόμα περισσότερο, κάτι που εν τέλει θα οδηγήσει στον περαιτέρω μαρασμό τους, ενώ παράλληλα θα δημιουργηθεί μια ελίτ ιδρυμάτων τα οποία λόγω των δεικτών της αξιολόγησης θα ενισχύονται σε μεγαλύτερο ποσοστό. Με απλά λόγια, τα «άριστα» πανεπιστήμια στα οποία η αξιολόγηση θα απαντά με καλά αποτελέσματα, στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα παίρνουν τα ίδια χρήματα που έπαιρναν και μέχρι πρότινος από το κράτος, τα οποία και πάλι είναι γεγονός ότι δεν επαρκούν για τις βασικές τους λειτουργίες, ενώ τα λιγότερο «επαρκή» πανεπιστήμια θα τεθούν στο περιθώριο και οι πόροι που θα έχουν στη διάθεσή τους για να λειτουργήσουν ολοένα και θα λιγοστεύουν.

Συμπερασματικά, όσο καλή κι αν είναι η εισαγωγή και επανανοηματοδότηση της αξιολόγησης, ο «τιμωρητικός» της χαρακτήρας και όχι μία επιβράβευση μπορεί να σημαίνει τον πλήρη μαρασμό ορισμένων Ιδρυμάτων, καθώς η από χρόνια μειωμένη χρηματοδότηση δεν αρκεί ούτε για την κάλυψη των βασικών τους αναγκών.

Στην αντίπερα όχθη, ωστόσο, δε μας εκφράζει ούτε η ρητορεία του στείρου αρνητισμού και της απόρριψης της έννοιας της αξιολόγησης. Επιθυμούμε τη διαμόρφωση ενός λειτουργικού και αξιοκρατικού συστήματος αξιολόγησης που θα εξυπηρετεί την αναβάθμιση των ελληνικών ΑΕΙ:
 ü  Συμβουλευτικός και επιβραβευτικός χαρακτήρας προς τα Ιδρύματα.
 ü  Ενεργός συμμετοχή των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας και των ίδιων των φοιτητών στη διαδικασία αξιολόγησης. Συμμετοχή με ωριμότητα και υπευθυνότητα.
 ü  Κριτήρια ακαδημαϊκά και όχι οικονομικά.
 ü  Διασφάλιση της διαφάνειας και της αντικειμενικότητας των κριτήρια και της διαδικασίας.
 ü  Εξωτερική αξιολόγηση από σώμα αξιολογητών με αναγνωρισμένη ακαδημαϊκή προσφορά.
 ü  Τακτικές αξιολογήσεις για συνεχή επαγρύπνηση στο ευμετάβλητο διεθνές ακαδημαϊκό περιβάλλον.

Η εξίσωση των πτυχίων μας με αυτά των ιδιωτικών Κολλεγίων ξανά στο προσκήνιο…
Παράλληλα με ίδρυση της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης, με το νέο Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου, στην επιφάνεια έρχεται εκ νέου η παράλογη ρύθμιση του Υπουργείου περί ισοτίμησης πτυχίων ιδιωτικών Κολλεγίων με αυτά των Δημοσίων Πανεπιστημίων, καθώς πλέον θα μπορούν να προσλαμβάνονται στο Δημόσιο εκπαιδευτικοί με τίτλους σπουδών από ιδιωτικά Κολλέγια.

Κάνοντας μία μικρή αναδρομή, εδώ και πολλά χρόνια οι απόφοιτοι ιδιωτικών Κολλεγίων της χώρας είχαν την δυνατότητα περιορισμένης αναγνώρισης επαγγελματικών δικαιωμάτων μέσω του αντίστοιχου φορέα, του ΣΑΕΠ. Η διαδικασία απονομής αυτών, λόγω της εκτεταμένης γραφειοκρατίας, ήταν ιδιαίτερα χρονοβόρα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν σημειωνόταν εξίσωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων με αυτά που δίδονται στους πτυχιούχους των Δημόσιων Ανώτατων Ιδρυμάτων. Πλέον, με την κατάργηση του εν λόγω φορέα και την αντικατάσταση αυτού από τον ΑΤΕΕΝ, σύμφωνα και με επιταγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διευκολύνεται η παραπάνω διαδικασία. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δε διευκρινίζεται ούτε η ίδια η διαδικασία, ούτε τα κριτήρια με τα οποία θα αποδίδονται τα επαγγελματικά δικαιώματα, αλλά ούτε και το ποια θα είναι αυτά. Παράλληλα, γίνεται σαφές πως ανοίγει ο δρόμος για την ίδρυση ισάξιων προγραμμάτων σπουδών από ιδιωτικά κολλέγια και παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων, οι απόφοιτοι των οποίων θα μπορούν ακολούθως να διεκδικήσουν και να λάβουν ισότιμη επαγγελματική αναγνώριση στην αγορά εργασίας.

Κατανοούμε την ανάγκη που παρουσιάζεται στους αποφοίτους ιδιωτικών Κολλεγίων να τους αναγνωριστούν επαγγελματικά δικαιώματα, προκειμένου να έχει ισχύ το πτυχίο που λαμβάνουν και να μην βασίζονται μόνο στην καλή διάθεση του εργοδότη να τους αναγνωρίσει τους κόπους των δύο ή και τριών χρόνων σπουδών τους. Ωστόσο, εγείρονται σοβαροί προβληματισμοί για την ποιότητα των παρεχόμενων προγραμμάτων σπουδών, που για εμάς, ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, αποτελεί το βασικότερο κριτήριο για την απονομή επαγγελματικών δικαιωμάτων, πόσο δε μάλλον όταν τείνουν, παρά τα λιγότερα χρόνια φοίτησης, να εξισωθούν με τα κραταιά πτυχία των Δημοσίων Πανεπιστημίων, και μάλιστα με διαδικασίες fast-track. Αν αναφερθούμε, ιδιαίτερα, και σε νευραλγικούς κλάδους, όπως αυτός των Μηχανικών, των Ιατρών ή των Νομικών, αντιλαμβανόμαστε ότι η πιστοποίηση τους από ένα νεοσύστατο φορέα και μόνο δεν καλύπτει τις απαιτήσεις που τα Ιδρύματα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης έχουν καταφέρει να καλύψουν μετά από χρόνια λειτουργίας.

Δυστυχώς, η από χρόνων λειτουργία ιδιωτικών Κολλεγίων στην χώρα μας, δίχως να υπάρχει σοβαρό σχέδιο για την αναγνώριση τους και την εισροή τους στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, θυματοποιεί τους αποφοίτους τους και αναγκάζει την Πολιτεία να βρει λύση στο πολύπλοκο αυτό πρόβλημα. Πολύπλοκο διότι, αν και δεν αναφέρεται κανείς σε ακαδημαϊκή εξίσωση, η ίδια η επαγγελματική εξίσωση, ακόμα και υπό όρους, θέτει προβληματισμούς για το κατά πόσο παραβιάζεται το άρθρο 16 του Συντάγματος. Για εμάς, άλλωστε, η δημιουργία αυτών των τμημάτων, στα οποία θα φοιτούν μόνο όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα να το υποστηρίξουν, δημιουργεί μια «ελίτ» ιδιωτικών Πανεπιστημίων, η οποία θα προωθεί μόνο τους οικονομικά προνομιούχους σε ένα πλαίσιο αναξιοκρατίας και όχι στη βάση γνωστικών και επαγγελματικών ικανοτήτων, από τη στιγμή που τα ιδιωτικά Κολλέγια δεν εντάσσονται σε κανένα πλαίσιο αξιολόγησης και ελέγχου από την Πολιτεία. Ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, πάγια θέση μας είναι η διασφάλιση της Δημόσιας και Δωρεάν Παιδείας, που αποτελεί πυλώνα στη διαμόρφωση ενός κοινωνικού κράτους στο πλαίσιο των ίσων ευκαιριών. Η Παιδεία αποτελεί αγαθό όλων και όχι προνόμιο των λίγων.

Επειδή, όμως, δεν μπορούμε να εθελοτυφλούμε μπροστά στο πρόβλημα της μη απονομής δικαιωμάτων σε αποφοίτους ιδιωτικών Κολλεγίων και των πτυχίων – κορνίζες που παράγουν, θεωρούμε πως πρέπει να δοθεί λύση, δίχως να θίγεται ο Δημόσιος και Δωρεάν χαρακτήρας της Εκπαίδευσης. Μερική αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων σε ένα πλαίσιο τεχνικής εκπαίδευσης, αξιολόγηση των δομών εκπαίδευσης των Κολλεγίων και καμία περίπτωση ισοτίμησης με τα ελληνικά ΑΕΙ είναι οι κατευθύνσεις που θεωρούμε πως μπορούν να δώσουν απαντήσεις και λύσεις στο πολύκροτο ζήτημα των ιδιωτικών Κολλεγίων.

Όριο φοίτησης και διαγραφές…
Ένα εξίσου σημαντικό θέμα, που έρχεται στην επιφάνεια ανά τακτά χρονικά διαστήματα με δηλώσεις – χρησμούς από θεσμικούς παράγοντες του Υπουργείου, είναι η θέσπιση ενός ανώτατου ορίου ετών φοίτησης και το ενδεχόμενο διαγραφής φοιτητών. Ενημέρωση επί του θέματος λάβαμε και ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ σε πρόσφατη κινητοποίηση στο Υπουργείο Παιδείας και συνάντηση με θεσμικούς εκπροσώπους του. Διευκρινίστηκε από πλευράς τους η διάθεση για τη εφαρμογή του ανώτατου ορίου φοίτησης, πέραν των παροχών, και στη διαγραφή φοιτητών μετά από συγκεκριμένα έτη φοίτησης.

Δίχως να θέλουμε να γίνουμε προφήτες, αντιλαμβανόμαστε πως η ευρύτερη αποδοχή του μέτρου και επικοινωνιακή καταπολέμηση των «αιωνίων» φοιτητών από την κυβέρνηση της ΝΔ ως βασικότατο πρόβλημα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, θα φέρει σύντομα στις κατώφλι των Ιδρυμάτων το ζήτημα. Αφουγκραζόμενοι τις ανάγκες των φοιτητών διαχρονικά, στεκόμαστε απέναντι σε πολιτικές που στοχοποιούν τη φοιτητική κοινότητα, δίχως ίχνος ευελιξίας εν μέσω περιόδου οικονομικής και ανθρωπιστικής κρίσης. Αλλαγές σαν αυτή στην πραγματικότητα εξυπηρετούν το επικοινωνιακό αφήγημα της κυβέρνησης πως δήθεν «τεμπέληδες και ανίκανοι φοιτητές που καπηλεύονται τις ελευθερίες που παρέχονται από το κράτος και παρεμποδίζουν την εξέλιξη των ιδρυμάτων». Ωστόσο, η πραγματικότητα την οποία βιώνουμε καθημερινά εντός των σχολών μας αποδεικνύει κατ’ επανάληψη ότι παρά την ύπαρξη τόσο αξιόλογων φοιτητών και προσωπικού, η ανέλιξη των Ιδρυμάτων παρακωλύεται από την προφανή υποχρηματοδότηση, την υποστελέχωση των Ιδρυμάτων και ένα φτωχό και στενά γραφειοκρατικό νομικό πλαίσιο, στερώντας έτσι πολλές ευκαιρίες από την ακαδημαϊκή κοινότητα, είτε πρόκειται για φοιτητές, ή για το καθηγητικό προσωπικό. Όσον αφορά όμως το ζήτημα των διαγραφών αξίζει να σημειωθεί πως, όπως και στο παρελθόν, οι διοικήσεις των Ιδρυμάτων, ευθυγραμμισμένες με το σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας, βάσει του αυτοδιοίκητου, δεν είναι διατεθειμένες να προχωρήσουν σε διαγραφές.

Ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, οποιαδήποτε ρύθμιση προχωρά βίαια στη διαγραφή φοιτητή, ο οποίος μάλιστα ενδιαφέρεται να τελειώσει τις σπουδές του, μας βρίσκει κάθετα απέναντι, και προκαλούμε το Υπουργείο να δει τα πραγματικά προβλήματα των Πανεπιστημίων, όπως αυτό της υποχρηματοδότησης ή του στενού γραφειοκρατικού πλαισίου, και να αφήσει πίσω του την πολιτική εντυπώσεων.

ü  Αξιολόγηση εδώ και τώρα στα Πανεπιστήμια, επιβραβευτικού και όχι τιμωρητικού χαρακτήρα, με συμμετοχή φοιτητών, δίχως οικονομικά κριτήρια.
ü  Καμία περαιτέρω περικοπή των προϋπολογισμών, καθώς τα Ιδρύματα θα οδηγηθούν στην περεταίρω εξαθλίωση τους.
ü  Μερική αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων σε ένα πλαίσιο τεχνικής εκπαίδευσης για τους αποφοίτους Κολλεγίων, αξιολόγηση των δομών εκπαίδευσης των Κολλεγίων και καμία περίπτωση ισοτίμησης με σχολές των ελληνικών ΑΕΙ.
ü  Καμία ρύθμιση που προχωρά βίαια στη διαγραφή φοιτητή, ο οποίος μάλιστα ενδιαφέρεται να τελειώσει τις σπουδές του.

ΠΑΣΠ ΕΜΠ

Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2020

ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ - ΝΑΙ ΣΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ


Το τελευταίο διάστημα, τα μάτια ολόκληρου του πλανήτη, πέραν από τις αλόγιστες καταστροφές στην Αυστραλία από τις φονικές πυρκαγιές, με την κλιματική αλλαγή να δείχνει για ακόμα μία φορά τις καταστροφικές της συνέπειες, είναι στραμμένα στις ραγδαίες εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Η προσέγγιση τους μπορεί να γίνει είτε παρατηρώντας τη διεθνή σκακιέρα, είτε εστιάζοντας στη χώρα μας και τις καταστάσεις που έχουν δημιουργηθεί στο σύνθετο γειτονικό της γεωπολιτικό περιβάλλον.

Αρχικά, στην εν λόγω ευρύτερη περιοχή, δεσπόζει εδώ και χρόνια η θλιβερή εικόνα της ισοπεδωμένης Συρίας, τόσο από τον εμφύλιο και τη δράση του ISIS, όσο και από τις πολεμοχαρείς ορέξεις των διεθνών ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, είτε δια αντιπροσώπων, είτε και αυτοπροσώπως, των Ηνωμένων Πολιτειών, του Ιράν, της Ρωσίας αλλά και της γειτονικής Τουρκίας, στο βωμό αντικρουόμενων συμφερόντων. Η εκ νέου εμπλοκή της Τουρκίας, μάλιστα, με μια ιδιαίτερα αιχμηρή επεκτατική πολιτική προς κάθε κατεύθυνση σε μια προσπάθεια να ισχυροποιήσει τη θέση της τόσο στο εσωτερικό όσο και το εξωτερικό, μαρτυρά πως τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται λήξαν. Τη σκυτάλη πήραν εκ νέου Η.Π.Α. και Ιράν, οι μεν Η.Π.Α. προχωρώντας αιφνιδιαστικά στην εκτέλεση ενός Ιρανού υποστράτηγου, και το δε Ιράν απαντώντας με σειρά επιθέσεων, εξαπολύοντας παράλληλα απειλές περαιτέρω κλιμάκωσης και ακόμα και χρήσης πυρηνικών όπλων.

Δυστυχώς, για ακόμα μία φορά, ορισμένες πολιτικές ηγεσίες ισχυρών χωρών όχι απλά αδυνατούν να αποτρέψουν, αλλά αντίθετα ενορχηστρώνουν νέες πολεμικές συρράξεις, επιχειρώντας να κερδίσουν έδαφος σε έναν διαρκή αγώνα για τον έλεγχο του παγκόσμιου πλούτου ή ακόμα και για να αντιμετωπίσουν εγχώριες πολιτικές αψιμαχίες, αποπροσανατολίζοντας την κοινή γνώμη. Για ακόμα μία φορά η πρόοδος, η αλληλεγγύη, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου και η άμβλυνση των ανισοτήτων μεταξύ των κοινωνιών της Δύσης και των υποανάπτυκτων χωρών μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα, πίσω από διεθνή και εγχώρια συμφέροντα.

Ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ δεν μπορούμε παρά να καταδικάσουμε όλες αυτές τις ενέργειες οι οποίες κλιμακώνουν την ένταση και που ήδη οδηγούν ή μπορεί να οδηγήσουν σε νέες πολεμικές συγκρούσεις. Είναι καθήκον των δημοκρατικών χωρών και των κυβερνήσεων τους μέσω διεθνών οργανισμών όπως τα Ηνωμένα Έθνη ή η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία, βέβαια, σε ρόλο Πόντιου Πιλάτου αδυνατεί να επιβληθεί σε διεθνές επίπεδο, να επιχειρήσουν μέσω της διπλωματικής οδού στην κατεύθυνση της αποκλιμάκωσης και της σταθεροποίησης στην ευρύτερη περιοχή. Ακόμα και η χώρα μας, στο βαθμό που μπορεί να επηρεάσει τη διεθνή σκακιέρα, πρέπει να κινείται με γνώμονα, πέραν του εθνικού συμφέροντος, και της ειρήνευσης.

Η αδυναμία, ωστόσο, της χώρας να σταθεί διπλωματικά στα πόδια της, όπως ακριβώς αδυνατεί να σταθεί και οικονομικά την τελευταία δεκαετία, είναι προφανής. Εστιάζοντας, λοιπόν, στο σύνθετο γειτονικό της γεωπολιτικό περιβάλλον, είναι σαφές πως έχει χάσει τη διπλωματική της αίγλη ως ισχυρό πυλώνα της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Παράλληλα στην Τουρκία, ο Τ. Ερντογάν πυροδοτεί εντάσεις που εξυπηρετούν τον επεκτατισμό του και τις ιμπεριαλιστικές του διαθέσεις. Η εργαλειοποίηση του ζητήματος της προσφυγικής κρίσης, η συνολική πολιτική του απέναντι στη Κύπρο όσον αφορά την ΑΟΖ, η συνολική εμπλοκή στον πόλεμο της Συρίας και η πρόσφατη συμφωνία που σύναψε με την φίλα προσκείμενη κυβέρνηση της Λιβύης για τον καθορισμό ΑΟΖ καταδεικνύουν τον κυρίαρχο ρόλο της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου και τις διαθέσεις της απέναντι στη χώρα μας. Απαντήσεις στην Τουρκία, δυστυχώς, αδυνατούμε ως χώρα να δώσουμε μονομερώς, και συνεπώς στρεφόμαστε στις διεθνείς συμμαχίες ως εγγυητές απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα. Η πολυπλοκότητα, όμως, των διεθνών σχέσεων στη γύρω περιοχή λόγω και της κλιμακούμενης έντασης στην περιοχή της Μέσης Ανατολής δεν επιτρέπει την ευθεία υποστήριξη στην Ελλάδα, γεγονός που δυσχεραίνει περαιτέρω τη θέση μας και εξασθενεί τη διπλωματική μας ισχύ.

Ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, προβληματιζόμαστε βαθιά για την αδυναμία αυτή και κρούουμε τον κώδωνα του κινδύνου. Χρειάζεται η χώρα να πατήσει στα πόδια της και να ισχυροποιηθεί, να επιχειρήσει μέσω της διπλωματικής οδού για την αποκλιμάκωση στην ευρύτερη περιοχή, με διαπραγματευτικό χαρτί τις συμβάσεις για τις αμερικανικές βάσεις, και να επιδιώξει συνεργασίες με άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα η ολοκλήρωση της συμφωνίας για τον αγωγό Eastmed, ώστε να επανέλθει η σταθερότητα.  Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο όμως, δεν θα πρέπει να προσφέρει γη και ύδωρ στις Η.Π.Α. όπως έκανε ο Κ. Μητσοτάκης στη πρόσφατη επίσκεψή του στο Λευκό Οίκο, ούτε βέβαια να υποστηρίζει την ωμή ανάμιξή τους σε τρίτες χώρες όπως έγινε με τη δολοφονία του Ιρανού υποστράτηγου. Σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές απαιτείται από την κυβέρνηση η χάραξη μιας σοβαρής και υπεύθυνης πολιτικής, μακριά από εθνικιστικές κορώνες και συνθηματολογία ώστε να μην εμπλακεί η χώρα μας σε καμιά σύρραξη και βεβαίως να μην απειληθεί η ακεραιότητά της.

  ü Καμία νομιμοποίηση των Η.Π.Α. για στρατιωτικές επεμβάσεις σε τρίτες χώρες.
  üΚαμία ανάμειξη της Ελλάδας σε ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς.
  ü  Όχι γη και ύδωρ στις Η.Π.Α. – Διαπραγμάτευση των συμβάσεων για τις αμερικανικές βάσεις.
  ü  Επαναδιαπραγμάτευση των όρων συμμετοχής στο ΝΑΤΟ.
  ü  Πίεση στην Ε.Ε. για δραστικά μέτρα έναντι διεθνών ιμπεριαλιστικών ενεργειών.
  ü  Ειρηνική συνεργασία με γειτονικές χώρες.

ΠΑΣΠ ΕΜΠ

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2019

Απόφαση Γενικής Συνέλευσης 9/10/2019


Στη σημερινή Γενική Συνέλευση του Φοιτητικού Συλλόγου Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών αποφασίστηκε η συμμετοχή  την Παρασκευή 11/10,ημέρα πανελλαδικών κινητοποιήσεων, σε πορεία στο κέντρο της Αθήνας στις 11. Επίσης, αποφασίστηκε κατάληψη της σχολής την Πέμπτη 10/10 και την Παρασκευή 11/10.

Αναλυτικά τα αποτελέσματα της Γενικής Συνέλευσης:

ΑΝ.Α.ΦΗ- ΑΣΥΜΜΕ3- ΑΣΗΜΜΥ: 110

ΠΑΣΠ ΕΜΠ: 78

ΜΑΣ: 28

Λευκά: 14

Κυριακή 23 Ιουνίου 2019

Εις Μνήμην του Ανδρέα Παπανδρέου

«Η αλλαγή, λαέ των Αθηνών, ήρθε. Την φέρανε απόψε. Ο λαός ενίκησε! Η δημοκρατία ενίκησε!»

Έτσι είπε το 1981 ο Ανδρέας Παπανδρέου, ένας πολιτικός που πραγματικά άφησε το ανεξίτηλο στίγμα του στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, κυβερνόντας την για 12 ολόκληρα χρόνια. Από τη πρώτη στιγμή που ασχολήθηκε ο Ανδρέας με τη πολιτική παθιάστηκε και αφιερώθηκε στον χώρο αυτό προσφέροντας όλη του τη ζωή στη χώρα του και στο κόμμα του. Άνθρωποι από κάθε πολιτικό χώρο δεν μπορούν παρά να αναγνωρίσουν την δράση και το πολιτικό δέος που χαρακτηρίζανε τη κάθε πράξη του, πέραν φυσικά από το γεγονός ότι ήταν ένας μορφωμένος και καλλιεργημένος πολιτικός ηγέτης. Ο λόγος του ήταν δυνατός, ήξερε ποια λέξη θα ήταν αυτη που θα χαρασσόταν βαθιά στη ψυχή του κόσμου και με μεγάλα γράμματα. Για αυτόν τον λόγο τόσα χρόνια, ακόμα και σήμερα, ο ελληνικός λαός σέβεται και δεν ξεχνά τον πολιτικό που του μιλούσε ευθέως και χωρίς ψεύτικες υποσχέσεις ή πισωγυρίσματα.

Σαν σήμερα πενθούμε τον θάνατο του μεγαλύτερου πολιτικού ηγέτη που έχει γνωρίσει αυτή η χώρα, του γνωστού σε όλους μοναχά και με το πρώτο του όνομα, του Ανδρέα...




ΠΑΣΠ ΕΜΠ

Τετάρτη 17 Απριλίου 2019

Έγκλημα μεγατόνων ΣΥΡΙΖΑ: Το τέλος της τεχνικής εκπαίδευσης, ο υπερκορεσμός της ανώτατης εκπαίδευσης και η αποσύνθεση του κλάδου των μηχανικών

Η κυβερνητική θητεία του ΣΥΡΙΖΑ, όσον αφορά το έργο του Υπουργείου Παιδείας, μόνο από μία φράση μπορεί να χαρακτηριστεί, αυτή της παντελούς έλλειψης σχεδίου στα νομοθετήματα που συνθέτει και καταθέτει στο κοινοβούλιο. Από την αυγή της ανάληψης της εξουσίας, μία σειρά από σχέδια νόμου έχουν δει το φως της δημοσιότητας, ενώ πλήθος δηλώσεων, άλλοτε ήπιων, άλλοτε ηχηρών, έχουν κυριαρχήσει στην καθημερινή ειδησεογραφία. Δυστυχώς, κανένα από αυτά δεν μπορούν να πείσουν την ακαδημαϊκή κοινότητα, τόσο σε επίπεδο τριτοβάθμιας, όσο και σε επίπεδο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ότι υπάρχει οργανωμένο σχέδιο εκσυγχρονισμού, ανανέωσης και αναδόμησης, σε ορθολογικές βάσεις, του συστήματος Παιδείας. Εξαγγελίες αλλαγών στο σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, κατάργηση Πρότυπων σχολείων, εξαγγελίες αλλαγών στα Πανεπιστήμια, εξαγγελίες αποδέσμευσης από τη θρησκεία, δηλώσεις περί της κατάργησης της αριστείας, συνθέτουν λίγο – πολύ το πολιτικό πλαίσιο που η ηγεσία του Υπουργείου ακολουθεί. Και δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα συνονθύλευμα πρόχειρων αλλαγών, δήθεν αριστεροσύνης για την ικανοποίηση του κομματικού ιδεοληπτικού του ακροατηρίου, αποτυχημένης τήρησης ευρωπαϊκών οδηγιών και – πλέον – ικανοποίησης προεκλογικών θελημάτων. Δυστυχώς, η ελληνική εκπαίδευση έχει ανάγκη από ένα συνολικό σχέδιο αναδιάρθρωσης και όχι από ημίμετρα, αστοχίες και κινήσεις πολιτικής επιβίωσης. Πιο συγκεκριμένα, τη Δευτέρα 8/4, κατατέθηκε ένα Νομοσχέδιο από τον Υπουργό κ. Γαβρόγλου, που επιβεβαιώνει αυτό ακριβώς το συνονθύλευμα πολιτικής, δίχως να προσφέρει ουσιαστικά στην δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Σε μία προσπάθεια σχολιασμού των ρυθμίσεων που προωθεί το Νομοσχέδιο, ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, εντοπίσαμε πληθώρα αστοχιών σχετικά με δευτεροβάθμια, αλλά κατά βάση, και λόγω των προβληματισμών μας ως φοιτητές, σχετικά με την τριτοβάθμια. Καταρχάς, η πολιτική κατεύθυνση αποδέσμευσης του Λυκείου και του σχολείου ευρύτερα από τη γενική γνώση, που υποτίθεται ότι το ίδιο μεταλαμπαδεύει στις νεότερες γενιές, επισφραγίζεται με την απογύμνωση της Γ’ Λυκείου από όλα τα μαθήματα γενικής Παιδείας. Καθώς φαίνεται, λοιπόν, η σημερινή κυβέρνηση είναι ικανοποιημένη από το επίπεδο, τις σφαιρικές γνώσεις και την Παιδεία που κουβαλάει ο μέσος έφηβος, και θέτει ως προτεραιότητα την κατάργηση της γενικής Παιδείας έναντι της συνολικής ενίσχυσης της, στην Ελλάδα της Χρυσής Αυγής, του Αρτέμη Σώρρα και των flat earthers. Ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, έχουμε πολλάκις εκφράσει την αναγκαιότητα ενίσχυσης της γενικής παιδείας, αλλά και την αναγκαιότητα αναθεώρησης και εκσυγχρονισμού των μεθόδων διδασκαλίας ώστε αυτή να γίνει αποδοτικότερη.
Η μεγάλη πληγή, ωστόσο, του Νομοσχεδίου, είναι οι κοσμογονικές αλλαγές που προωθεί στο χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Έως τώρα, έχουμε γίνει μάρτυρες μίας άκρως βιαστικής και δίχως πλάνο συγχώνευσης των ΤΕΙ Πειραιά και ΤΕΙ Αθήνας στο νέο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, και της κατάργησης των ΤΕΙ Ιονίων Νήσων και Ηπείρου, εντάσσοντας τα τμήματα και τις σχολές τους στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο και το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων αντίστοιχα. Βήμα – βήμα και ένα τη φορά. Στο παρόν νομοσχέδιο, ο Υπουργός αποφάσισε να προχωρήσει γοργά σε έξι (!!!) καταργήσεις ολόκληρων Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, ίδρυση δύο νέων Πανεπιστημίων και ένα σύνολο συγχωνεύσεων τμημάτων και σχολών. Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, πως επιχειρείται η μεγαλύτερη και πιο γρήγορη αλλαγή του χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης διαχρονικά. Δύο είναι τα βασικά ερωτήματα που προκύπτουν…
1.      Είναι σωστή η κατεύθυνση «Πανεπιστημιοποίησης» των ΤΕΙ;
Ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ διαφωνούμε επί της αρχής με την εν λόγω κατεύθυνση που θέτει το νομοσχέδιο, καθώς αφενός προκύπτει ένα κενό σε επίπεδο αγοράς εργασίας που ικανοποιείται από τους αποφοίτους των ΤΕΙ όλα αυτά τα χρόνια, ενώ παράλληλα δημιουργείται υπερκορεσμός των υποψηφίων που θα διεκδικήσουν τις θέσεις απασχόλησης με επιστημονική κατάρτιση ανάλογη των ΑΕΙ. Η κατάρτιση που παρέχεται μέσω των ΤΕΙ είναι ιδιαίτερης σημασίας, ενώ οι απόφοιτοί τους προσφέρουν έργο και λύσεις σε τεχνικό και τεχνολογικό επίπεδο χάρη στις γνώσεις που διαθέτουν. Καλούνται, λοιπόν, να αποτελέσουν το συνδετικό κρίκο μεταξύ της επιστημονικής θεωρίας και της πρακτικής εφαρμογής αυτής. Είναι γεγονός πως το γενικότερο πλαίσιο των περικοπών και υποχρηματοδότησης στα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας σε συνδυασμό με μια απαξιωμένη αντίληψη ως προς το έργο των ΤΕΙ που δυστυχώς συντηρείται μέχρι και σήμερα σε επίπεδο κοινωνίας, έχουν υποβαθμίσει σημαντικά τον ρόλο τους. Ωστόσο, μια μόνο απλή αναβάθμιση των ΤΕΙ σε ΑΕΙ δε θα οδηγήσει στην περαιτέρω ανάπτυξη τους και τον εξορθολογισμό της λειτουργίας τους. Αντίθετα, κάτι τέτοιο θα επιτευχθεί με τη βελτίωση των ήδη υπαρχουσών υποδομών, την αναβάθμιση των προγραμμάτων σπουδών των σχολών αυτών, τον σαφή καθορισμό των επαγγελματικών τους δικαιωμάτων, αλλά και με την καλύτερη προετοιμασία των υποψηφίων που εισάγονται στα ΤΕΙ μέσω των Γενικών Λυκείων και ιδιαίτερα των ΕΠΑΛ. Κατ’ επέκταση, προκύπτουν επιπλέον προβληματισμοί αναφορικά με το νέο ρόλο που καλούνται να επιτελέσουν τα ΕΠΑΛ στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Εν κατακλείδι, η εν λόγω πρωτοβουλία για δήθεν αναβάθμιση των ελληνικών ΤΕΙ δε μοιάζει τίποτα περισσότερο από ένα επικοινωνιακό τέχνασμα διαρκείας για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ εν όψει των εθνικών εκλογών για την δημιουργία εντυπώσεων, που «διευκολύνει» μάλιστα την μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία λόγω του διακαή πόθου της «ανωτατοποίησης» τους, σε συνδυασμό με την τυφλή ικανοποίηση προεκλογικών θελημάτων.
2.      Πως, γιατί και με τι κριτήρια προχωράει το Υπουργείο σε όλες αυτές τις συγχωνεύσεις;
Είναι γεγονός, πως ανά την ελληνική επικράτεια υπάρχει πλήθος τμημάτων ή σχολών, τόσο σε επίπεδο ΑΕΙ όσο και σε ΤΕΙ, τα οποία υπολειτουργούν. Μερικά από τα αίτια της κατάστασης αυτής είναι η υπροχρηματοδότηση σε συνδυασμό με την έλλειψη υποδομών κατάλληλων για την εκπλήρωση του εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου που καλούνται να φέρουν εις πέρας, αλλά και η περιορισμένη επαγγελματική αποκατάσταση που προσφέρει ο τίτλος σπουδών. Στην πραγματικότητα, μια συγχώνευση τμημάτων ή και σχολών που υπολειτουργούν, θα μπορούσε να αποτελέσει λύση στα προβλήματά τους, καθότι καθίσταται δυνατή η δημιουργία ισχυρών σχολών, που θα δίνουν στους αποφοίτους πτυχία με αντίκρισμα στην αγορά εργασίας, που θα μπορούν να εκτελέσουν επαρκώς το εκπαιδευτικό τους έργο, ενώ θα πληρούν τις προϋποθέσεις ώστε να αναπτύξουν επαρκώς την ερευνητική τους δραστηριότητα. Οι συγχωνεύσεις αυτές όμως, δε θα πρέπει να γίνονται άκριτα, αλλά στα πλαίσια ενός καθολικού σχεδιασμού, ο οποίος θα έχει ορισμένα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Ωστόσο, όπως προδίδει και η ταχύτητα που προωθούνται οι εν λόγω συγχωνεύσεις, και μάλιστα όχι τμημάτων ή σχολών, αλλά ολόκληρων Ιδρυμάτων, καμία εξ’ αυτών δεν βασίζεται σε έναν καθολικό σχεδιασμό και σε ένα σύνολο κριτηρίων. Αντίθετα, αφενός επιδιώκεται η συνδιαλλαγή από πλευράς της κυβέρνησης με τοπικούς παράγοντες ανά την επικράτεια, ώστε να κερδίζουν από την ύπαρξη τμημάτων και σχολών σε κάθε πόλη και χωριό, ιδιαίτερα μέσα στο έντονο κλίμα των αυτοδιοικητικών και ακολούθως των εθνικών εκλογών, αφετέρου ικανοποιούνται τυφλά οι μνημονιακές επιταγές για μείωση των Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων ανά την επικράτεια και εξυπηρετείται η «Πανεπιστημιοποίησης» των ΤΕΙ.
Πέραν, όμως, της ανούσιας και πλήρως ανοργάνωτης αναδιαμόρφωσης του χάρτη των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ, ή τουλάχιστον ότι έμεινε από αυτά, το μεγαλύτερο αγκάθι του Νομοσχεδίου είναι ο υπερκορεσμός που συντελείται σε ένα σύνολο από ειδικότητες λόγω της δήθεν αναβάθμισης των τμημάτων ΤΕΙ σε ΑΕΙ ή της δημιουργίας νέων τμημάτων, είτε πρόκειται για κάποια συγχώνευση, είτε για πλήρως καινούργια τμήματα. Νέα σχολή Νομικής, σχολές Μηχανολόγων, Ηλεκτρολόγων και Χημικών Μηχανικών, τμήματα Οικονομικών και Διοικητικών επιστημών είναι μερικά από τα πιο προφανή καταστροφικά παραδείγματα. Οι ειδικότητες αυτές των οικονομολόγων, των νομικών, των μηχανικών θα βιώσουν, σε επίπεδο ανώτατης εκπαίδευσης, μία αύξηση των φοιτητών, και αργότερα αποφοίτων, της τάξης του 100% έως και 130%. Μία τέτοια κατεύθυνση μόνο καταστροφική μπορεί να αποβεί, καθώς θα δημιουργήσει στρατιές ανέργων, την ώρα που συγκεκριμένοι κλάδοι ήδη ασφυκτιούν.
Επιπλέον, δημιουργούνται σοβαρά ερωτήματα για το κατά πόσο οι συγκεκριμένες «ανωτατοποιημένες» σχολές θα πληρούν τις προϋποθέσεις ώστε να παράγουν αποφοίτους ικανούς να ανταποκριθούν στο έργο τους. Πιο συγκεκριμένα, στο επίπεδο των μηχανικών, οι αμφιβολίες είναι τεράστιες όσον αφορά τη σταδιακή εξίσωση των νέων αυτών τμημάτων και σχολών με τις ήδη υπάρχουσες σχολές, σχολές όπως του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου που χρειάστηκαν χρόνια για να αποκτήσουν το επίπεδο και την αναγνωρισιμότητα που σήμερα τις χαρακτηρίζει. Το άρθρο 66, λοιπόν, του Νομοσχεδίου, όχι απλά δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αλλά αντίθετα αποτελεί ίσως τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τον τεχνικό κόσμο καθώς θέτει υπό αμφισβήτηση την ποιότητα των διπλωματούχων μηχανικών – και συνεπώς των τεχνικών έργων και μελετών – ενώ παράλληλα προχωρά, μαζί με το υπόλοιπο νομοσχέδιο, στην σταδιακή εξάλειψη της καθαρά τεχνολογικής εκπαίδευσης, δημιουργώντας ένα τεράστιο κενό στην παραγωγική διαδικασία.
Συνοψίζοντας, η νομοθετική αυτή πρωτοβουλία αποτελεί τον επίλογο μία καταστροφικής πολιτικής σε μία άκρως καταστροφική τετραετία ΣΥΡΙΖΑ. Ρίχνει ταφόπλακα στην τεχνική εκπαίδευση, διαλύει τον τεχνικό κλάδο, δημιουργεί στρατιές ανέργων και οδηγεί στον υπερκορεσμό της ανώτατης εκπαίδευσης. Και όλα αυτά, στο βωμό της αριστερής ατζέντας και της εξυπηρέτησης μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων.  Ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, ερχόμαστε σε ευθεία ρήξη με το εν λόγω Νομοσχέδιο, δεν διανοούμαστε την ανεύθυνη στάση της κυβέρνησης και του Υπουργείου και τους καλούμε να το αναθεωρήσουν άμεσα.
Καλούμε, επίσης, όσες πολιτικές δυνάμεις μέσα από τα Πανεπιστήμια και τους Φοιτητικούς Συλλόγους, τις διοικήσεις των σχολών και των Ιδρυμάτων μας, τους χώρους δουλειάς και το ΤΕΕ αντιλαμβάνονται την εγκληματική φύση του νομοθετήματος να εναντιωθούν σε αυτό και να διαμορφώσουν συνθήκες ασφυξίας σε μία κυβέρνηση που καταστρέφει απ’ άκρη σ’ άκρη όλες τις δομές της χώρας και, καθώς φαίνεται, δεν θα σταματήσει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και τον κλάδο των μηχανικών…
ΠΑΣΠ ΕΜΠ